9 Μαρτίου 2010

Σχολικές Βιβλιοθήκες


άρθρο των κ. Θ. Αντωνίου & Δ. Ρουτσώνη
στο περιοδικό index # 37

Οι σχολικές βιβλιοθήκες είναι ένας θεσμός που πάνω του αντικατοπτρίζεται η τσαπατσουλιά, η αδιαφορία και διαφθορά του ελληνικού κράτους. Κι όμως, φέτος θα έπρεπε να γιορτάζουμε τα δέκα χρόνια ενός θεσμού που θα άλλαζε την εκπαίδευση,
τον πολιτισμό και, ίσως, ...την ίδια την Ελλάδα.

Έμειναν στην ίδια τάξη... 
Χρειάστηκε να περάσουν περίπου 150 χρόνια, από την ίδρυση του ελληνικού κράτους μέχρι τη δεκαετία του ‘80, πριν αρχίσει μια συστηματική προσπάθεια σχεδιασμού και λειτουργίας σχολικών βιβλιοθηκών. Προηγήθηκαν η είσοδος της Ελλάδας στην ΕΟΚ, η κυβερνητική αλλαγή το 1981 και οι πρώτες σχολές βιβλιοθηκονομίας. Ο Ν.1566/1985 [Λειτουργία της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και άλλες διατάξεις], στο άρθρο 43 αναφέρει ότι «σε κάθε σχολείο πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης λειτουργεί σχολική βιβλιοθήκη για χρήση των μαθητών, του διδακτικού προσωπικού και των κατοίκων της έδρας και της περιοχής του σχολείου». Δυόμισι δεκαετίες μετά, η πραγματικότητα των σχολικών βιβλιοθηκών είναι απογοητευτική: λειτουργούν λίγες σε όλη τη χώρα, τα ποσά που αρχικά είχαν εκταμιευτεί για τον εξοπλισμό, τη στελέχωσή τους και την ανανέωσή τους έχουν κατασπαταληθεί δεξιά κι αριστερά, η γκρίνια βασιλεύει στις σχέσεις εκδοτών και δημοσίου, ενώ για τη διεύθυνσή τους ερίζουν βιβλιοθηκονόμοι και εκπαιδευτικοί. Εγκλωβισμένοι μέσα στους δαιδαλώδεις διαδρόμους, όχι των βιβλιοθηκών αλλά του δημοσίου, όσοι ασχολούνται με το θέμα εμφανίστηκαν στο ρεπορτάζ του Index απογοητευμένοι από την εικόνα του θεσμού. Βεβαίως, υπάρχουν και οι «ήρωες» που το παλεύουν όσο μπορούν.
Σχολικές βιβλιοθήκες: «πονεμένη» ιστορία.
Ξεκινήσαμε από τη Δημοτική Βιβλιοθήκη της Καλλιθέας. Η διευθύντρια, Χριστίνα Κυριακοπούλου, πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Βιβλιοθηκονόμων και Επιστημόνων Πληροφόρησης (ΕΕΒΕΠ) έχει
30ετή εμπειρία στο θέμα. Μας γυρνάει πίσω, στα μέσα της δεκαετίας του 90, όταν ξεκίνησε η προσπάθεια δημιουργίας των πρώτων σχολικών βιβλιοθηκών. Το φιλόδοξο έργο, σύλληψη του υπουργού Παιδείας Γεράσιμου Αρσένη, εντάχθηκε στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Εκπαίδευσης και Αρχικής Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΕΠΕΑΕΚ) και οι 499 βιβλιοθήκες εκείνης της… φουρνιάς έμειναν να λέγονται ακόμα και σήμερα οι «Βιβλιοθήκες ΕΠΕΑΕΚ». Τα χρήματα προέρχονταν από το Β’ ΚΠΣ και το έργο υλοποιήθηκε σε δύο φάσεις. Η έναρξη του προγράμματος έγινε το 1999 και στην υλοποίησή του συνέβαλλαν πολλοί φορείς μεταξύ των οποίων και ΑΕΙ. Κάθε βιβλιοθήκη προμηθεύτηκε 5.000 τόμους βιβλίων και εξοπλισμό οπτικοακουστικών μέσων με πρόσβαση στο Internet. Ακούγεται ωραίο, η συνέχεια όμως δεν ήταν ανάλογη. «Η προσπάθεια δεν εντάχθηκε ποτέ στο πλαίσιο ενός σχεδιασμού, έγιναν αρκετά λάθη στην εφαρμογή, με αποτέλεσμα το εγχείρημα να πάει στραβά. Σχολική βιβλιοθήκη δεν σημαίνει ένας χώρος μέσα στο σχολείο με βιβλία, χωρίς βιβλιοθηκονόμο και υποδομές, χωρίς συνεχή αγορά βιβλίων...» υποστηρίζει η Χρ. Κυριακοπούλου. Όταν ήρθε η ώρα για την πρόσληψη προσωπικού, το Υπουργείο Παιδείας προχώρησε σε προσλήψεις μόλις 50 βιβλιοθηκονόμων με συμβάσεις έργου, αλλά πολύ γρήγορα το μετάνιωσε…

Το πλαίσιο του Πέτρου Ευθυμίου
Τον Νοέμβριο του 2003, ο υπουργός Παιδείας Πέτρος Ευθυμίου υπέγραψε μια Υπουργική Απόφαση (Πλαίσιο Λειτουργίας Σχολικών Βιβλιοθηκών) που θεωρείται κομβική μέχρι και σήμερα. Με αυτή ρυθμίστηκαν δύο μεγάλα θέματα που είχαν προκύψει: οι προμήθειες βιβλίων και η λειτουργία των σχολικών βιβλιοθηκών. Η Υ.Α. συγκροτούσε δύο σημαντικά νέα όργανα, την «Επιτροπή Σύνταξης Πίνακα Επιλογής» για τον εμπλουτισμό των σχολικών βιβλιοθηκών και την ανά σχολείο «Επιτροπή Σχολικής Βιβλιοθήκης». Η πρώτη «εγκρίνει το υλικό και συντάσσει τον Πίνακα Επιλογής για τις σχολικές βιβλιοθήκες». Η δεύτερη «επιλέγει από τον παραπάνω κατάλογο το υλικό που κρίνει ότι εξυπηρετεί τη συγκεκριμένη σχολική κοινότητα». Εγκέφαλος του νέου σχεδιασμού ήταν η Δάφνη Μάνεση, ειδική γραμματέας τότε στο υπουργείο Παιδείας. Αναπληρώτρια καθηγήτρια στο ΤΕΙ Βιβλιοθηκονομίας Αθηνών σήμερα, η Δ. Μάνεση, κάτοχος διδακτορικού από το Πανεπιστήμιο του Τορόντο, επέστρεψε στην Ελλάδα κι ανέλαβε το 2000 τον σχεδιασμό και την υλοποίηση ενός κυβερνητικού έργου το οποίο, στα χαρτιά τουλάχιστον, φαινόταν ενδιαφέρον. Είχαμε μαζί της μακρά συζήτηση ξεκινώντας από το καυτό ζήτημα της αγοράς βιβλίων. «Όταν ανέλαβα καθήκοντα το 2000, μου ζητήθηκε γνωμοδότηση για τις προμήθειες των βιβλίων. Το σύστημα προμήθειας λειτουργούσε ως εξής: οι εκδότες υπέβαλαν προς έγκριση τα βιβλία τους και αν εγκρινόταν, αγοράζονταν 500 αντίτυπα για τις Βιβλιοθήκες ΕΠΕΑΕΚ. Είχε δημιουργηθεί, όμως, ένα είδος διαπλοκής ανάμεσα στους εκδότες και το δημόσιο, αφού κάποιοι προμηθευτές με πολλούς τίτλους είχαν τεράστιο όφελος από την όλη διαδικασία». Η Δ. Μάνεση πιστεύει ότι οι βιβλιοθήκες θα έπρεπε να έχουν βιβλία που να συνδέονται με την εκπαιδευτική διαδικασία κι όχι τους τόμους που είχαν στα αζήτητα οι εκδότες (της δειγμάτισαν βιβλία πληροφορικής με έτος έκδοσης το... 1980!). Παρουσίασε την πρότασή της και με βάση αυτή στήθηκε το πλαίσιο που προαναφέρθηκε. «Το υπουργείο θα δημιουργούσε πλέον έναν ευρύτατο κατάλογο βιβλίων, ενημερωμένο διαρκώς και οι επιλογές των σχολικών επιτροπών θα γίνονταν μέσα από αυτό τον κατάλογο. Είναι προφανές ότι άλλα ενδιαφέροντα έχουν τα παιδιά π.χ. στο Ζεφύρι κι άλλα σε ένα νησί του Αιγαίου», είπε. Η Δ. Μάνεση επιχείρησε να εντάξει τη σχολική βιβλιοθήκη μέσα στο αναλυτικό πρόγραμμα και να επιλύσει ορισμένα προβλήματα, σχετικά με το ωράριο λειτουργίας, για παράδειγμα. «Παντού το ωράριο της σχολικής βιβλιοθήκης επεκτείνεται κατά περίπου μιάμιση ώρα - τι ώρα θα πάει ο μαθητής στη βιβλιοθήκη;» ρωτά. Σύμφωνα με την Υ.Α. του 2003, ο υπεύθυνος της σχολικής βιβλιοθήκης «φροντίζει για τη δημιουργία υποδομής, για ισότιμη παροχή υπηρεσιών πληροφόρησης στους μαθητές και τους διδάσκοντες... οργανώνει το υλικό ανάλογα προκειμένου να εξυπηρετήσει εκπαιδευτικές πράξεις, έχει την ευθύνη για την ομαλή λειτουργία του δανειστικού συστήματος» κ.ά. Ο κατάλογος των υποχρεώσεών του μακρύς: εκπαίδευση μαθητών στη χρήση της βιβλιοθήκης, συντήρηση και διατήρηση υλικού, προγραμματισμός, απογραφή, διοργάνωση συνεδρίων και ενημερωτικών ημερίδων κ.ά. Και αν η υπουργική απόφαση προέβλεπε 100 θέσεις βιβλιοθηκονόμων ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης για τη στελέχωση σχολικών βιβλιοθηκών αυτές ποτέ δεν πληρώθηκαν. Παρά τα προβλήματα της πρώτης φουρνιάς βιβλιοθηκών, ο υπουργός Παιδείας ανακοίνωσε τη δημιουργία νέων. Αυτή τη φορά τα χρήματα είναι υπεραρκετά: 70, 4 εκατ. ευρώ. Το αρχικό σχέδιο προέβλεπε 1.000 βιβλιοθήκες, συρρικνώθηκε στη συνέχεια σε περίπου 650 και τελικά έγκριση δόθηκε μόνο για 266, ενώ το αρχικό ποσό, ύστερα από αλλεπάλληλες μειώσεις, προκειμένου να εξυπηρετηθούν άλλες ανάγκες του εκπαιδευτικού συστήματος, συρρικνώθηκε στα 15 εκατ. ευρώ. Οι 266 βιβλιοθήκες έμειναν στην ιστορία ως οι «Βιβλιοθήκες ΕΣΠΑ», καθώς τα κονδύλια για την υλοποίησή τους δόθηκαν από το γνωστό ευρωπαϊκό πρόγραμμα. Π. Ευθυμίου και Δ. Μάνεση αποχωρούν από το υπουργείο Παιδείας το 2004 και η ιστορία των βιβλιοθηκών παίρνει μια νέα κατεύθυνση. Απολογισμός; «Οι σχολικές βιβλιοθήκες ήταν ένας θεσμός που υπόσχονταν πολλά, ειδικά σε ό,τι αφορά στον σχεδιασμό του», υποστηρίζει η Δώρα Μπατσίλα, βιβλιοθηκονόμος και βασικό στέλεχος του ΒΙΒΛΙΟΝΕΤ, της διαδικτυακής διεύθυνσης για ό,τι αφορά στο βιβλίο και τον χώρο των εκδόσεων γενικότερα. «Όμως, παρά τις υψηλές προσδοκίες όλων, τίποτε δε φαίνεται να λειτούργησε στην πράξη», μας είπε. Κατά την Δ. Μπατσίλα, οι αιτίες εντοπίζονται στην έλλειψη προσωπικού αλλά και πόρων. Το εγχείρημα που πολλοί ήλπιζαν πως θα συμβάλλει στην αναθέρμανση του ενδιαφέροντος των μαθητών για τον γραπτό λόγο αλλά και στην τόνωση της σχετικής αγοράς δεν πέτυχε. «Οι εκδότες, φυσικά, είχαν συμφέρον από τη λειτουργία των σχολικών βιβλιοθηκών και η ανταπόκρισή τους ήταν κάτι το αναμενόμενο - ήταν ίσως οι μόνοι που κινήθηκαν στο πλαίσιο που καθόριζε ο αρχικός σχεδιασμός» προσθέτει η έμπειρη βιβλιοθηκονόμος. «Τα σχολεία, όμως, ως θεσμός δημόσιας και δωρεάν εκπαίδευσης αλλά και παροχής γενικότερης μόρφωσης δεν επωφελήθηκαν από την όλη ιστορία - απόδειξη το ότι είναι ελάχιστα, επί του συνόλου, τα σχολεία που δημιούργησαν μια πλήρως λειτουργική βιβλιοθήκη, κάποιες δεκάδες σχολεία σε σύνολο πολλών χιλιάδων πανελλαδικά», καταλήγει η Δ. Μπατσίλα.

«Γιανάκου άκου!»
Η μετά το 2004 υπουργός Παιδείας Μαριέττα Γιαννάκου συνεχίζει συντηρητικά: προωθεί τις Βιβλιοθήκες ΕΣΠΑ (περίπου οι μισές ολοκληρώθηκαν μέχρι πρόσφατα), εγκρίνει πάνω από 13.000 νέους τίτλους βιβλίων για τις σχολικές βιβλιοθήκες, ανανεώνει (αλλά δεν τηρεί) την υπόσχεση για 100 θέσεις βιβλιοθηκονόμων και ανακοινώνει τη δημιουργία 25 βιβλιοθηκών στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση προϋπολογισμού 4 εκατ. ευρώ. Μετά τις εκλογές του 2007, υπουργός αναλαμβάνει ο Ευριπίδης Στυλιανίδης (μέχρι τον Γενάρη του 2009), ο οποίος παρά τις μεγαλόστομες διακηρύξεις του το μόνο που κατάφερε ήταν να καταφέρει ώστε, τη «δωδεκάτη ώρα» (Δεκέμβριος 2008), να εκταμιευτεί το τελικό ποσό για την προμήθεια, την επεξεργασία, τη μεταφορά βιβλίων και άλλου εκπαιδευτικού υλικού για τις 266 Βιβλιοθήκες ΕΣΠΑ. Ήταν κουτσουρεμένο βέβαια, στα 10,65 εκατ. ευρώ κι όταν άρχισε να χρησιμοποιείται για αγορές βιβλίων, άρχισαν και πάλι τα παρατράγουδα, αυτή τη φορά ακόμα πιο κακόηχα απ’ ότι στο παρελθόν.

Εκδότες με διαμάχες και οράματα
Οι Έλληνες εκδότες με πολλά συντεχνιακά προβλήματα και οι ίδιοι, αντιμετώπισαν την υπόθεση των σχολικών βιβλιοθηκών θετικά, αλλά βιαστικά, χωρίς συντεταγμένες διαδικασίες και επαγγελματική δεοντολογία. Ο Γιάννης Ζηρίνης, ένας αθόρυβος αλλά ιδιαίτερα δραστήριος εκδότης, μας έδωσε τη δική του εκδοχή. «‘Έγιναν, πράγματι, αγορές βιβλίων με έναν τρόπο… ελληνικό», θυμάται ο ίδιος. «Εμείς, οι εκδότες, έχουμε μερίδιο ευθύνης για τον τρόπο που πραγματοποιήθηκε η αγορά: διαπλεκόμενες σχέσεις, κλειστός κατάλογος 5.000 τίτλων κ.λπ. Με τα χίλια ζόρια έγιναν οι βιβλιοθήκες, με τα χίλια ζόρια πήγαν τα βιβλία...», μας είπε. Του ζητάμε να θυμηθεί το κλίμα που επικράτησε το πρώτο διάστημα και τους λόγους της αποτυχίας. «Το 1996, όταν διατέθηκαν σημαντικά ευρωπαϊκά κονδύλια για την εκπαίδευση στην Ελλάδα, δεν είχαμε την εμπειρία σχεδιασμού εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Ο υπουργός Παιδείας Γεράσιμος Αρσένης, ο οποίος σχεδίασε την πρώτη γενιά των βιβλιοθηκών, είχε πράγματι κάτι στο μυαλό του, λειτούργησε κι αυτός όμως βιαστικά και πρόχειρα. Το αποτέλεσμα ήταν αυτό που όλοι γνωρίζουμε. Προσγειώθηκε’ ένα πρόγραμμα στην Ελλάδα και κανείς δεν ήξερε από που να αρχίσει και που να τελειώσει - κυρίως όμως δεν ήξεραν που αποσκοπούσε το πρόγραμμα αυτό», μας είπε. Κατά τη γνώμη του ούτε το υπουργείο Παιδείας, ούτε η ΟΛΜΕ -η οποία συχνά αντιμετωπίζει τη βιβλιοθήκη σαν... μπελά και ζητά επιπλέον παροχές- αντιλήφθηκαν σωστά τον ρόλο των βιβλιοθηκών. Ο Γ. Ζηρίνης ζητά να αποδεσμευτεί η αγορά βιβλίων για τις σχολικές βιβλιοθήκες από τα εκάστοτε ευρωπαϊκά χρηματοδοτικά προγράμματα. «Δεν είναι δυνατόν να συνδέεται η προμήθεια των βιβλίων με ευρωπαϊκά προγράμματα που βγαίνουν κάθε δύο ή και παραπάνω χρόνια. Κάθε χρόνο εκδίδονται στην Ελλάδα περίπου 10.000 τίτλοι, το 20% από αυτούς είναι κατάλληλοι για τα σχολεία. Οι 500 πρώτες βιβλιοθήκες δεν έχουν ανανεώσει τα αρχικά βιβλία, έχουν μείνει δηλαδή στο 2000. Έχουν περάσει 10 χρόνια, έχουν εκδοθεί περίπου 100.000 τίτλοι και εκείνες οι βιβλιοθήκες έχουν μείνει στο παρελθόν», μας λέει. Όσο για τις ευθύνες του κλάδου του, ο Γ. Ζηρίνης δεν μπορεί να κλείσει τα μάτια. «Εμείς οι εκδότες, δυστυχώς, δεν έχουμε αναπτύξει μηχανισμό υποστήριξης, δεν μπορούμε να προσφέρουμε ουσιαστική βοήθεια, έχουμε μόνο τα βιβλία μας. Ορισμένοι εκδότες, μάλιστα, αγνοούν το πως δουλεύει η σχολική βιβλιοθήκη, μας ενδιαφέρει -μερικές φορές- απλώς να φορτώσουμε τα ράφια με βιβλία… Ο εκδοτικός κόσμος πρέπει να εμπλακεί περισσότερο δημιουργικά. Αλλά έχουμε κι εμείς προβλήματα –έχουμε τέσσερις διαφορετικούς συλλόγους!- κι ότι κάνουμε, το κάνουμε αποσπασματικά», σχολίασε.

Στο σήμερα και στο «δια ταύτα»
Ποια είναι η κατάσταση που επικρατεί σήμερα; Σαφή εικόνα δεν μπορέσαμε να σχηματίσουμε διότι κανείς δεν είναι σε θέση να γνωρίζει πόσες σχολικές βιβλιοθήκες λειτουργούν καθημερινά με προσωπικό, με τακτικές αγορές νέων βιβλίων, με εκδηλώσεις για τους μαθητές τους κ.ά. Καθημερινά προστίθενται νέες βιβλιοθήκες από τη φουρνιά των 266 Βιβλιοθηκών ΕΣΠΑ, ενώ επικρατεί πραγματικό χάος όσο αφορά στις οργανικές θέσεις υπευθύνων - πολλές βιβλιοθήκες
έχουν μείνει μήνες ολόκληρους χωρίς προσωπικό, υπολειτουργούν και κάποια στιγμή όταν εμφανίζεται ο αποσπασμένος εκπαιδευτικός, λειτουργούν και πάλι για μερικά χρόνια (ή μήνες!) κ.ο.κ. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, ο κύκλος των πραγματικά ζωντανών βιβλιοθηκών είναι πολύ περιορισμένος και αφορά κυρίως τις Βιβλιοθήκες ΕΠΕΑΕΚ. Στην ιστοσελίδα http://greekschoolibs.blogspot.com όπου συντονίζουν τη δράση τους κι επικοινωνούν μεταξύ τους οι υπεύθυνοι των βιβλιοθηκών, μετρήσαμε 50 ενεργές βιβλιοθήκες, το 10% δηλαδή του αρχικού πληθυσμού. Μπορούν αυτές οι βιβλιοθήκες να αλλάξουν κάτι στην ελληνική εκπαίδευση; Προφανώς όχι, αν και μπορούν να κάνουν τη ζωή κάποιων παιδιών καλύτερη. Σε όλη την επικράτεια έχουμε πάνω από 16.000 εκπαιδευτικές μονάδες όλων των τύπων και όλων των βαθμίδων (9.870 στις δύο πρώτες βαθμίδες), δεν υπάρχουν όμως αντίστοιχες βιβλιοθήκες. «Συνήθως υπάρχει ένας χώρος, ούτε καν ένα δωμάτιο, συχνά ένα γραφείο, όπου υπάρχουν κάποια βιβλία στοιβαγμένα ή μια ντουλάπα ή σε ένα πρόχειρο επιπλάκι με ράφια. Αν αυτό θεωρείται σχολική βιβλιοθήκη…», διερωτάται με νόημα η Χρ. Κυριακοπούλου. Ταυτόχρονα, όμως, αναγνωρίζει τις εξαιρετικές προσπάθειες, από πεφωτισμένους δασκάλους με φιλότιμο, οι οποίοι δημιούργησαν βιβλιοθήκες στα σχολεία τους, ζητώντας σε πολλές περιπτώσεις τη βοήθεια δημοτικών ή άλλων βιβλιοθηκών - η ίδια έχει εργαστεί με πολλά σχολεία στην Καλλιθέα.
Βόλτα στα σχολεία για… βιβλία
Παρασκευή 5 Φλεβάρη, 2010. Το Index κατηφορίζει προς τη Νέα Σμύρνη, ένα δήμο που έχει ξεπεράσει πια τους 140.000 κατοίκους και διαθέτει μια και μόνη σχολική βιβλιοθήκη κι αυτή σε ένα πρότυπο σχολείο, στην Ευαγγελική Σχολή. Εκεί συναντήσαμε τον διευθυντή Κωνσταντίνο Μιχαλακόπουλο και την υπεύθυνη βιβλιοθήκης, τη φιλόλογο Χρύσα Μιχαλοπούλου που μας ξενάγησαν στην πανέμορφη βιβλιοθήκη-αναγνωστήριο, γεμάτη μαθητές που εκείνη την ώρα δούλευαν τις εργασίες τους. Η Χρ. Μιχαλοπούλου ανέλαβε τα καθήκοντά της λίγο πριν τα Χριστούγεννα και ελπίζει πως μέχρι το πέρας της χρονιάς και της απόσπασής της, δηλαδή μέχρι το καλοκαίρι, θα έχει βάλει σε τάξη την επί μήνες κλειστή βιβλιοθήκη. «Είμαι 25 χρόνια στην εκπαίδευση, έχω περάσει από πολλά σχολεία και πουθενά δεν είδα βιβλιοθήκη, εκτός βέβαια από ντουλάπες με στοιβαγμένα βιβλία. Κάποια στιγμή ένιωσα την ανάγκη να ξαναδιαβάσω στη ζωή μου, να κάνω κάποια άλλα πράγματα με τα παιδιά από το να διορθώνω γραπτά. Όταν ήρθα εδώ λοιπόν έπαθα σοκ, τόσο οργανωμένη και πλούσια βιβλιοθήκη δεν είχα ξαναδεί», μας είπε. Ήρθε για ένα χρόνο, φαίνεται όμως πως θα ανανεώσει τη θητεία της διότι έχει βάλει μπροστά ορισμένα πράγματα, όπως η Λέσχη Ανάγνωσης, η διοργάνωση Ημέρας Ποίησης, που ετοιμάζεται, ο εμπλουτισμός με λογοτεχνικά περιοδικά που συγκεντρώνει μόνη της απευθυνόμενη –παρακαλώντας μερικές φορές...- τους εκδότες (που ευτυχώς ανταποκρίνονται) κ.ά. Από την πλευρά του ο διευθυντής της Ευαγγελικής Σχολής Κωνσταντίνος Μιχαλακόπουλος, 17 χρόνια στο ιστορικό αυτό σχολείο που φέρει όνομα βαρύ σαν... ιστορία (Σμύρνη 19ος αιώνας), επιθυμεί τακτική παρουσία στη βιβλιοθήκη, αλλά δεν την έχει. «Η βιβλιοθήκη χρειάζεται βιβλιοθηκάριο σε μόνιμη βάση για να λειτουργήσει και να φέρει τα παιδιά μέσα, δεν έχει νόημα να λειτουργεί μόνο σαν δανειστική. Υπήρξαν εκπαιδευτικοί που έκαναν πολύ έργο, δυστυχώς, όμως, υπήρξαν και διαστήματα απραξίας», μας ενημέρωσε. Η υπέροχη βιβλιοθήκη της Ευαγγελικής Σχολής δεν μαραζώνει, αντίθετα αυξάνεται κάθε χρόνο και πλησιάζει τους 8.000 τόμους, μέρος των οποίων όμως προέρχεται από την παλαιά, ιστορική, βιβλιοθήκη του ιδρύματος. Νέα βιβλία; «Ακούω για επιχορηγήσεις αλλά δεν βλέπω τίποτα», σχολιάζει. «Αυτή η βιβλιοθήκη έχει να ανανεωθεί επίσημα εδώ και μια δεκαετία. Το οπτικοακουστικό υλικό έχει παλαιώσει και δεν αντιστοιχεί πλέον στα βιβλία του διδακτικού προγράμματος. Ζει όμως και αναπτύσσεται από τις δωρεές και τις προσπάθειες ορισμένων εκπαιδευτικών που αγαπάνε το βιβλίο και τον θεσμό. Φτιάχνουμε τους υπολογιστές μόνοι μας, διοργανώνουμε εκδηλώσεις με τις δικές μας δυνάμεις, συγκεντρώνουμε βιβλία με τα χέρια μας», μας είπε. Σας θυμίζει κάτι αυτό; Εμάς μας θυμίζει την Ελλάδα που αντιστέκεται...

Βιβλία, δημόσιο και εκδότες: ποιος πληρώνει;
Η εξόφληση των τιμολογίων για τις αγορές βιβλίων που πραγματοποίησε το ελληνικό κράτος κατά την τελευταία μαζική αγορά για τις σχολικές βιβλιοθήκες είναι ένα από τα κορυφαία ζητήματα που απασχολεί σήμερα την εκδοτική αγορά. Tα τιμολόγια αυτά υπογράφτηκαν στα τέλη του 2008, όταν εκταμιεύτηκε από το Γ’ ΚΠΣ το σχετικό ποσό για τις Βιβλιοθήκες ΕΣΠΑ. Τα βιβλία στάλθηκαν και παραλήφθηκαν –χωρίς κανένα απολύτως πρόβλημα- από τις σχολικές βιβλιοθήκες τον Ιανουάριο του 2009 κι έκτοτε, 13 μήνες μετά, οι εκδότες δεν έχουν εξοφληθεί. Ένας από αυτούς που έχει να λαμβάνει, πεπειραμένος εκδότης που γνωρίζει το ζήτημα των σχολικών βιβλιοθηκών ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ΄90 κι έφτασε στο σημείο να ενημερώνει ο ίδιος (άτυπα ασφαλώς…) υπουργούς και στελέχη υπουργείων για το τι συμβαίνει στον χώρο των σχολικών βιβλιοθηκών (τέτοια κατάντια στο δημόσιο...) είναι ο Γιώργος Παρίκος. Βετεράνος της επαγγελματικής εκπαίδευσης (20 χρόνια διδάσκων στη ΣΕΛΕΤΕ), επικεφαλής του εκδοτικού οίκου Ίων –ηγέτης στον χώρο της τεχνικής κι επαγγελματικής κατάρτισης- ο Γιώργος Παρίκος είναι έξαλλος με τα όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα. «Η κατάσταση είναι οριακή για πολλούς συναδέλφους. Πληρώσαμε σημαντικά ποσά για την εκτύπωση των βιβλίων αυτών, διότι το τιράζ ήταν αυξημένο στα 1.000 αντίτυπα αλλά και διότι ορισμένα από αυτά ανατυπώθηκαν αφού είχαν εξαντληθεί. Πληρώσαμε αυξημένο φόρο διότι το 2008 εμφανίσαμε αυξημένες πωλήσεις λόγω των τιμολογίων που είχαμε κόψει και ποιο είναι το αποτέλεσμα; Το δημόσιο μας χρωστάει σημαντικά ποσά –στις εκδόσεις Ίων περίπου 300.000 ευρώ- και δεν βλέπουμε τρόπο να τα εισπράξουμε», μας είπε ο Γ. Παρίκος. Ποιο είναι το πρόβλημα; Ένα νομοθετικό «παραθυράκι» ή αν θέλετε μια νομικίστικη ‘μαύρη τρύπα’. «Τα χρήματα αυτά εκταμιεύονται από την κεντρική διοίκηση αλλά πληρώνονται από τις περιφέρειες, αυτός είναι ο ευρωπαϊκός νόμος των Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης. Στην Ελλάδα όμως, τα χρήματα διαχειρίζεται το υπουργείο Οικονομικών, το οποίο δεν υποχρεωμένο νομικά να πληρώνει, με τα χρήματα που λαμβάνει, συγκεκριμένες υποχρεώσεις. Έτσι ενώ είχε τα χρήματα για τα βιβλία, θεώρησε σωστό να πληρώσει κάποια άλλη υποχρέωσή του και τώρα πρέπει να βρεθεί εκ νέου τρόπος για να πληρωθούν τα βιβλία από κάποιο άλλο ίσως λογαριασμό. Εν τω μεταξύ η αγορά υποφέρει», μας είπε ο Γ. Παρίκος. Συνδικαλιστής μέχρι πρότινος ο Γ. Παρίκος, γνωρίζει καλά ότι οι διαδικασίες είναι χρονοβόρες- ο ίδιος έχει πληρωθεί μόλις το 40% του οφειλόμενου ποσού- κατά παράβαση προφανώς όλων των κοινοτικών νόμων. Εκείνο όμως που τον εξοργίζει είναι το γεγονός ότι σε θέσεις κλειδιά του υπουργείου Παιδείας τοποθετούνται είτε άνθρωποι που δεν γνωρίζουν τον εκδοτικό κλάδο και τις ιδιαιτερότητες της επαγγελματικής εκπαίδευσης, είτε άνθρωποι που αποσπώνται συνεχώς χωρίς να μπορούν να παράγουν έργο. Όσο για την κλαδική εκπροσώπηση του εκδοτικού κλάδου, αν και προβληματική, εντούτοις κινείται στο μέτρο του δυνατού σε ότι αφορά στην αποπληρωμή των τιμολογίων. Ο Γ. Παρίκος δεν τα έχει τόσο με τις κυβερνήσεις, αφού αναγνωρίζει θετικές πρωτοβουλίες στις περισσότερες κυβερνήσεις των τελευταίων χρόνων, αλλά σε ορισμένους αξιωματούχους «που ήταν παντελώς άχρηστοι και ανίκανοι για την οργάνωση των σχολικών βιβλιοθηκών και την εκπαίδευση γενικότερα». Ο Θανάσης Ψυχογιός, ο οποίος πέρυσι γιόρτασε τα τριάντα χρόνια στον εκδοτικό κλάδο, είναι μεταξύ αυτών που έχουν να λαμβάνουν από το ελληνικό κράτος. Παρά το γεγονός ότι, με βάση τον κύκλο εργασιών και τον αριθμό των ετήσιων εκδόσεων του, είναι ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες εκδότες, το κράτος αγόρασε από αυτόν βιβλία αξίας μόλις 12.000 ευρώ. «Είναι τόσο μικρό το ποσό που μου οφείλεται που δεν θέλω ούτε να το συζητάω, άλλωστε δεν έχω ενοχλήσει μέχρι σήμερα για να λάβω αυτά τα χρήματα» μας είπε στη σύντομη συνομιλία που είχαμε μαζί του «Δεν αγοράζουν βιβλία μου ούτε επιδίωξα κι εγώ να πουλήσω, δεν ζω από τις σχολικές βιβλιοθήκες κι επομένως δεν είμαι κρατικοδίαιτος», σχολίασε με δηκτικό τρόπο. Αναγνωρίζει όμως ότι πρόκειται για ένα πρόβλημα, ειδικά για κάποιους συναδέλφους του που έχουν μεγάλο υπόλοιπο και μας πληροφορεί ότι οι πιέσεις προς το δημόσιο για την αποπληρωμή αυτού του ποσού είναι συνεχείς.

1 σχόλιο:

Toula είπε...

Λέσχη ανάγνωσης μαθηματικής λογοτεχνίας, τριετές ευρ. πρόγραμμα Comenius, εργαστήρι αφήγησης + λόγου, εκδηλώσεις με συγγραφείς, εκθέσεις βιβλίου,διαγωνισμοί αφίσας, αναρτήσεις ποιημάτων ποιητών& μαθητών, κοινές εκδηλώσεις με δημοτικές βιβλιοθήκες, είναι μερικές απο τις δραστηριότητες που ξέρω σε σχολική βιβλιοθήκη. Λίγα χρήματα πολλή διάθεση!